Η Έννοια της Πραγματικότητας - viii

Στο ζήτημα της αλήθειας πάλι πόσα είδωλα μας περίμεναν! Η αλήθεια υπάρχει έξω από μας. Η αλήθεια μία και αιώνια και απόλυτη είναι σ’έναν υπερκόσμιο κόσμο. Η αλήθεια μία και απόλυτη είναι μες στο σύμπαν. Γύρω απ’όλ’αυτά τα ζητήματα πόσοι και πόσοι μαχητές ακάματοι δεν ξόδεψαν τη φωτιά της ζωής τους! Όχι βέβαια άσκοπα. Κάθε άλλο. Στο βάθος όμως, μου φαίνεται, πως κι εδώ η πλάνη είναι ανάλογη με την πλάνη στο ζήτημα του πνεύματος. Η αλήθεια υπάρχει έξω από μας; Έξω από μας ως τι, καλό μου δαιμόνιο; Ως άτομα; Έξω από μένα π.χ., όταν μιλώ εγώ ως άτομο; Και βέβαια υπάρχει έξω από μένα, όταν μιλώ ως άτομο. Ευτυχώς υπάρχει. Αν εγώ, ενώ είναι μέρα, διασχίζοντας τον δρόμο, φώναζα : “ε, εσείς, είναι νύχτα, γιατί δεν ανάβετε τα φώτα;” Θα γελούσε ο κόσμος και θα με ρωτούσε : “από ποιο μεθύσι γυρίζεις φίλε μου;” Υπάρχει όμως η αλήθεια έξω από μένα ως πνεύμα, ένα ον δηλαδή που όπλο του έχει τη σκέψη, που είναι μια σκέψη; Υπάρχει έξω από τη σκέψη, έξω από το πνεύμα; Σκεφθήκαμε άραγε καλά τι θα πει έξω από μένα ως σκέψη; Αν η αλήθεια είναι έξω από μένα ως σκέψη, έξω από τη σκέψη δηλαδή, τι είναι τότε; Μπορείς να μου πεις, καλό μου δαιμόνιο, καμιά αλήθεια που να μην είναι σκέψη; Ασφαλώς όχι. Ώστε κάθε αλήθεια είναι σκέψη. Θα μου πεις : “και κάθε σκέψη είναι αλήθεια;” Βέβαιο πως δεν είναι, και εδώ ακριβώς είναι η δυσκολία, γιατί αλλιώς θα λέγαμε απλούστατα, αλήθεια είναι η σκέψη και η σκέψη είναι αλήθεια.

Οπωσδήποτε βέβαιο είναι για την ώρα πως η αλήθεια δεν υπάρχει έξω από μένα ως σκέψη. Φανερό λοιπόν πως πρέπει να ζητηθεί μέσα σ’εμένα ως σκέψη. Μ’άλλα λόγια λέμε τούτο : υπάρχει αλήθεια διότι υπάρχει πνεύμα. Αφαίρεσε το πνεύμα από το σύμπαν, αν μπορείς, τι μένει; Είναι περιττό να επιμένει κανείς σ’αυτό το σημείο. Η αφαίρεση άλλωστε δεν μπορεί να γίνει. Όλα μπορεί να τα εξετάσει το πνεύμα, αφού τεθεί όμως πρώτα το ίδιο. Άμα του πεις ν’αφαιρέσει τον εαυτό του έχει κάθε λόγο να μη σε καταλαβαίνει.

Όπως το πνεύμα λοιπόν, έτσι και η αλήθεια δεν υπάρχουν ως οντότητες. Το πνεύμα, είπαμε, είμαι εγώ ως πνεύμα. Είπαμε ακόμα το ρήμα “είμαι” δεν σημαίνει εδώ ό,τι και στ’αντικείμενα και πως πρέπει να εμβαθύνουμε στο νόημα των πραγμάτων για να μη γινόμαστε θύματα της γλώσσας. Όταν το ρήμα “είμαι” το λέμε για μια πέτρα, για ένα φυτό, για ένα ζώο, πόσο διαφορετικά κιόλας πράγματα δηλώνουμε! Πόσο διαφορετικό νόημα πρέπει να πάρει το ρήμα “είμαι”! Μα όταν το λέμε για τον εαυτό μας ως πνεύμα, ας προσέξουμε. Απομάκρυνε απ’τον εαυτό σου κάθε έννοια ύλης, τόπου και χρόνου, αν είναι ανάγκη, δες ότι αυτό το “είμαι” αυτή τη στιγμή βλέπει απέναντί του τρεις ανθρώπους, ότι σκέφτεται πως οι τρεις γωνίες κάθε τριγώνου κάνουν δυο ορθές, ότι από’δώ ώς εκεί υπάρχει απόσταση κ.τ.λ. Όταν δεις όλ’αυτά και τα σκεφθείς βαθιά, τότε θα καταλάβεις τι θα πει “είμαι πνεύμα” και “το πνεύμα υπάρχει”.

Το ίδιο και η αλήθεια. Μην απλώνεις το χέρι σου δεν θα την πιάσεις πουθενά. Δες, καλό μου δαιμόνιο, τι είπαμε πριν λίγο : αυτό το “είμαι” βλέπει αυτή τη στιγμή δύο, τρεις, πέντε ανθρώπους, σκέφτεται… Σ’αυτή την εργασία του πνεύματος θα δεις τι είναι αλήθεια. Τι είναι λοιπόν; Τόσες φορές τη ρωτήσαμε ώς τώρα και ή μας γέλασε, ή δεν καταδέχθηκε να μας απαντήσει. Μήπως δεν καταλαβαίνουμε τη γλώσσα της;

Σ’ακούω, καλό μου δαιμόνιο, τι θέλεις να πεις;

Θέλω να πω, φίλε μου, ότι δεν βρισκόμαστε μακριά από το απάνεμο λιμάνι, που γυρεύουμε. Κι εκείνο που πρέπει να μας ανησυχεί είναι, όχι πως είμαστε τάχα μακριά, αλλά μήπως ίσα – ίσα βιαστήκαμε να φτάσουμε και μήπως από τη βιάση μας γλιστρήσουμε σε κανένα φανταστικό λιμάνι, ξελογιασμένοι από το άσμα ποιος ξέρει ποιας Σειρήνας.

Ποιάς άλλης απ’την Πλάνη; Οι στοχασμοί σου, δαιμόνιο, κυκλώνουν και τον δικό μου τον λογισμό. Ωστόσο μου φαίνεται πως άφησα τη σκέψη μου να στραφεί παντού και κράτησα γερά το τιμόνι στα χέρια μου. Η προσοχή μου τόσο πιο εντατική ήταν, όσο ένοιωθα, πως τα μάτια σου με κύκλωναν και πως η σκέψη σου, λεπίδι κοφτερό, θα ριχνόταν με ορμή να σκίσει κάθε σκιά που θα’ριχναν τα λόγια μου. Γι’αυτό και περισσότερο πιστεύω ακόμα, πως δεν παραστρατήσαμε. Μα κι αν σε φανταστικό λιμάνι γλιστρήσουμε, δεν θ’αργήσουμε να το καταλάβουμε. Ταξιδευτές ώσπου να βρούμε το λιμάνι που ζητάμε… αν πάντα στα σωστά ζητάμε πραγματικό λιμάνι και δεν τρέχουμε πίσω από χίμαιρες.

Για την ώρα πραγματικά, όπως είπες κι εσύ δαιμόνιο, δεν είμαστε μακριά. Θα’θελα όμως, κάτι να πω ακόμα, που θα’ριχνε αρκετό φως στον δρόμο μας : τι είναι για το πνεύμα το σύμπαν; Ένα πράγμα μπορεί για πάντα άπιαστο στην ουσία του, που το πολιορκεί όμως και το περιζώνει με αμέτρητες σχέσεις και διαπιστώσεις. Όλες αυτές οι σχέσεις και διαπιστώσεις είναι πνευματικές έννοιες, δημιουργήματα του πνεύματος, η γλώσσα του. Απόσταση, επίδραση, αιτία, αποτέλεσμα, αριθμός, γεωμετρικό σχήμα κ.τ.λ. να, η γλώσσα του πνεύματος. Όλη μας την πνευματική ύπαρξη την ξοδεύουμε προσπαθώντας να μεταφράσουμε σ’αυτή τη γλώσσα το βιβλίο του σύμπαντος, εσωτερικού και εξωτερικού. Η μετάφραση, με τις ανάγκες που παρουσιάζει, μας δίνει αφορμή και να πλουτίσουμε το λεξικό μας και να το αναθεωρήσουμε πολλές φορές. Είναι μια μετάφραση, που όλο προχωρεί και ποτέ δεν τελειώνει, κι όμως κάθε στιγμή είναι έτοιμη. Μπορεί να σκεφθεί κανείς μια στιγμή της ζωής του, που να μην κρατούσε στο χέρι μια μετάφραση του σύμπαντος έτοιμη; Με πολλά ναι και με λίγα όχι, με όλο ναι και χωρίς όχι και αντιστρόφως; Η μετάφραση βέβαια αυτή μπορεί να μην του άρεσε, να μην ήταν δική του, καμωμένη με τον δικό του ιδρώτα, την κρατούσε όμως και ήταν έτοιμη. Χωρίς αυτό να εμποδίζει βέβαια να κρατά, άλλη στιγμή, μια νέα μετάφραση, με μια μικρή ή μεγάλη διόρθωση.

Το σύμπαν μπροστά μας και μέσα μας, τα μάτια μας ανοικτά, η μετάφραση κάθε στιγμή έτοιμη, ποτέ όμως τελειωμένη. Ρώτησε έναν καλλιτέχνη αν θεωρεί το έργο του τελειωτικά τελειωμένο. Ποτέ. Έτοιμο ναι, τελειωμένο όχι. Τη στιγμή ακριβώς που βάζει την τελευταία του πινελιά, που γράφει την τελευταία του λέξη, ή και πριν ακόμα τελειώσει, βλέπει, πως πρέπει ν αρχίσει πάλι απ’την αρχή. Όχι φυσικά για να κάνει το ίδιο έργο, μα για να εξωτερικέψει την ψυχή του μες στα νέα καλούπια, στα οποία τον οδηγεί ο στοχασμός και η συγκίνηση, που γεννήθηκαν μέσα του από το νόημα του έτοιμου έργου. Αυτός είναι ο πραγματικός καλλιτέχνης, που αδιάκοπα ξεπερνιέται, και που η ζωή του είναι μια ακατάπαυτη αναδημιουργία. Δεν είναι διαφορετικός ο ρυθμός του δρόμου που μας απασχολεί τώρα. Η έτοιμη μετάφραση που κάθε στιγμή κρατά το πνεύμα μου, το πνεύμα σου, το πνεύμα του, αντιπροσωπεύει αυτό που ονομάζουμε αλήθεια. Η μόνη εγγύησή της είναι, πως αυτό που δέχομαι, το δέχομαι ως πνεύμα, μπορώ λοιπόν και να το διατυπώσω στη γλώσσα του πνεύματος. Είναι κάτι που δεν το αισθάνομαι, αλλά το σκέφτομαι, επομένως το ανάγω σε καθολικούς τύπους και έτσι μπορώ να γίνω αντιληπτός απ’όλα τα πνεύματα και να υποβάλω το έργο μου στον έλεγχό τους. Η μετάφρασή μου είναι ένα πνευματικό έργο. Εδώ είναι ο καθολικός της χαρακτήρας. Όσο για τη σφραγίδα της αιωνιότητας, που τόσο μας απασχόλησε, τι άλλο να’ναι από τη μορφή της την πνευματική, που κάνει ώστε μια που διατυπώθηκε σε μια μετάφραση του σύμπαντος να παίρνει, μαζί με την καθολικότητα, και την αιωνιότητα του πνευματικού έργου, όχι με την έννοια πως κάθε πνεύμα μπορεί να την έχει κτήμα του, να μπαίνει στο νόημά της, όταν τη χρειάζεται, όταν τη συναντά; Είπαμε η μετάφραση τελειωμένη δεν είναι ποτέ. Το ίδιο φυσικά και η αλήθεια. Εγγύησή της η συμφωνία του πνεύματος ως πνεύμα, όσο την αναγνωρίζει και δεν αλλάζει τη μετάφραση. Εδώ ταιριάζει να ξαναθυμηθούμε τον ορισμό που δώσαμε στην αλήθεια. Την είπαμε ταυτότητα του πνεύματος με τον εαυτό του. Αν θυμηθούμε επίσης, ότι δεχθήκαμε, πως το πνεύμα δεν βλέπει στο σύμπαν παρά ένα σύνολο πνευματικών σχέσεων, ότι επομένως το μεταφράζει σε σκέψη, θα μπορέσουμε ίσως να δούμε με περισσότερο φως τώρα τον ορισμό εκείνο. Η σκέψη προχωρώντας αναθεωρείται συνεχώς. Καθετί που είτε για πρώτη φορά το συναντά, είτε το ανασέρνει από την αποθήκη της, το εξετάζει καλά – καλά πρώτα το ίδιο. Τι θα πει τώρα το εξετάζει; Κάνει τον ίδιο δρόμο που είχε κάνει για την απόκτησή του, επαναλαμβάνεται λοιπόν, ή κάνει άλλο δρόμο που πρέπει να τη βγάλει στο ίδιο σημείο, αν αυτό είναι ορθό. Έπειτα αυτό το κάτι το εξετάζει ως προς τ’άλλα της κτήματα.

Πρέπει ανάμεσα σε όλα, να βασιλέψει αρμονία. Όταν αυτό το επιτύχει, έχει την ταυτότητα. Από όπου κι αν αναχωρήσει, οποιοδήποτε δρόμο κι αν ακολουθήσει η σκέψη, είτε εξετάζοντας κάτι απόλυτα, είτε εν σχέση προς τ’άλλα, αναδιπλώνεται και ταυτίζεται. Και όταν δέχεται αυτή την αναδίπλωση και ταύτιση, έχει την αλήθεια. Όταν αυτό δεν συμβαίνει, δεν έχει την αλήθεια. Τούτο μόνο ξέρει τότε, ότι αυτό που έχει μπροστά της δεν μπορεί να το ονομάσει αλήθεια. Αυτό όμως δεν παύει να την ενδιαφέρει. Ίσα – ίσα η σκέψη εκεί ρίχνεται με περισσότερο πείσμα, γιατί θέλει παντού να κάνει να βασιλέψει η συμφωνία, σ’όλο το βασίλειό της. Επαναλαμβάνεται λοιπόν και αναθεωρείται ακατάπαυτα και δεν ησυχάζει παρά μόνο άμα βρει δρόμο να ταυτιστεί.

©Μανώλης Μεσσήνης