Η Έννοια της Πραγματικότητας - iv

 Πόσοι δεν ονειρεύτηκαν, ότι θα έρθει μέρα, που τη ζωή, την έννοια της ζωής, θα την εκφράσουν μ’έναν μαθηματικό τύπο και το ίδιο και την ψυχή και κάθε της φαινόμενο!

 Δεν είναι η πρώτη φορά, και ούτε η τελευταία, που η ανθρώπινη σκέψη αιχμαλωτίζεται από τα ίδια τα παιδιά της. Θαμπωμένη από την αρετή του τελευταίου όπλου, που ανακαλύπτει, το απλώνει πέρα από κάθε όριο, του δίνεται, όπως η μάνα το στερνοπαίδι της. Στο πρόβλημα που μας απασχολεί, μήπως συμβαίνει το αντίθετο; Μήπως δηλαδή για να υπάρξει ισότητα, πρέπει να προηγηθεί ταυτότητα; Ή καλύτερα, μήπως αυτή η ισότητα δεν είναι τίποτ’άλλο, παρά μια από τις μορφές, που παίρνει το πνεύμα στην ταύτισή του με τον εαυτό του; Όταν λέμε : ο βάτραχος είναι ζώο και : 12-5=3+4, και τις δυο φορές το πνεύμα ταυτίζεται με τον εαυτό του. Τη μια φορά την ταυτότητα την εκφράζει το Είναι, την άλλη το =. Το Είναι, όπως και το =, φέρνει την ισορροπία, δηλώνει πως η σκέψη, που περικλείεται στο ένα σκέλος, περικλείεται και στο άλλο, ακριβώς η ίδια. Όταν και όπου ανακαλύψει αυτό το πράγμα το πνεύμα μας, το πάρει είδηση, το αναγνωρίσει, σπεύδει να το δηλώσει με το Είναι, ή με το =. Ώστε λοιπόν και τα δυο αυτά είναι δυνατά, επειδή το πνεύμα έχει την ικανότητα να ταυτίζεται με τον εαυτό του. Είναι απόρροιες, ή καλύτερα μορφές αυτής της ικανότητας.

 Τώρα, πότε το πνεύμα χρησιμοποιεί τη μια και πότε την άλλη; Όταν αντιμετωπίζει την πραγματικότητα, ή μάλλον το ζήτημα που το απασχολεί, ως ποσότητα, όταν δηλαδή ταυτίζεται ποσοτικά, όταν ψάχνει να βρει μες στις ποσότητες τις σχέσεις ισότητας, τότε εκδηλώνεται με τον αριθμό και το =. Έχουμε λοιπόν τότε την ποσοτική ταυτότητα. Και βλέπουμε πόσο η τέτοια ταυτότητα απογυμνώνει το αντικείμενο του στοχασμού. Είναι η πιο αφηρημένη και σχηματική εικόνα του, ένα πλαίσιο, το λείψανο του πραγματικού, ένας αριθμός, ένα γεωμετρικό σχήμα. Και φυσικά έκφραση του κόσμου με μαθηματικό τύπο, δεν θα πει εξάντληση της πραγματικότητας, παρά έκφρασή της από μια ορισμένη άποψη μόνο, την ποσοτική, τη μαθηματική δηλαδή.

 Ο μαθηματικός, όσο μένει στο πεδίο της καθαρής μαθηματικής σκέψης, δεν έχει να συναντήσει κανένα εμπόδιο στην εργασία του. Το έργο του, κέντημα επάνω στο καναβάτσο του πνεύματός μας. Όριά του, τα όρια του πνεύματος. Μα το πνεύμα, άλλα όρια από εκείνα, που καθορίζουν την ύπαρξή του, δεν έχει. Δεν έχει όρια, όσο είναι πνεύμα. Ούτε και η μαθηματική σκέψη λοιπόν. Κανένα εμπόδιο απ’τον εξωτερικό κόσμο δεν έρχεται να σταματήσει τον μαθηματικό μας στο έργο του. Γιατί τον κόσμο αυτόν ο μαθηματικός τον αγνοεί. Ακολουθώντας τις μεθόδους του, την ανάλυση και τη σύνθεση, υψώνει τα παλάτια της αφηρημένης μαθηματικής σκέψης. Το έργο του, σπουδαίο βέβαια και μεγάλο, μα δεν εξαντλεί ευτυχώς την ανθρώπινη δραστηριότητα.

 Το πραγματικό δεν μπορεί ο νους να το δει μόνο σαν μαθηματικό πλαίσιο. Ευτυχώς. Το πλαίσιο πρέπει να το γεμίσει, για να δημιουργηθεί μες στον νου το αντικείμενο με όλο τον πλούτο του περιεχομένου του. Ο νους θα το δει απ’όλες τις μεριές, και σε όλες τις περιπτώσεις θα εκφραστεί με ταυτότητες όχι ποσοτικές. Είναι αυτές που ονομάζουμε ποιοτικές, δίνοντας στον όρο αυτό όση έκταση χρειάζεται για να περιλάβει κάθε ταυτότητα του πνεύματος μη ποσοτική. Η σφαίρα αυτή της ενέργειας του πνεύματος είναι πολύ μεγάλη και σπουδαία, σπουδαιότερη από την ποσοτική, που είναι μια περιορισμένη περιοχή της πνευματικής μας ζωής. Κι ακόμα κάτι, και η ποσότητα η ίδια είναι κι αυτή στο βάθος μια ποιότητα, που το πνεύμα μας την μεταβάλλει σε ποσότητα, όταν θέλει να εξετάσει το ον με τ’αχνάρια των αριθμών. Αυτή όμως η μεταβολή δεν μπορεί να γίνει παντού και πάντα. Υπάρχουν ποιότητες, όπως το ψυχολογικό και το ηθικό φαινόμενο π.χ., που δεν εννοούν με κανέναν τρόπο να εκφραστούν και με ποσοτικές ταυτότητες. Γι’αυτό είπαμε την ποσοτική μορφή περιορισμένη. Η διάκριση των μορφών αυτών της ταυτότητας, σε ποσότητα δηλαδή και ποιότητα και η εξέταση των αναμεταξύ τους σχέσεων και του περιεχομένου της κάθε μιας, είναι από τα σπουδαιότερα και τα πιο γόνιμα προβλήματα που πρέπει ν’αντιμετωπίσει όποιος φλέγεται απ’την επιθυμία να δρασκελίσει το κατώφλι της φιλοσοφίας.

 Βρίσκαμε λοιπόν μια θεμελιακή τάση του πνεύματος να ταυτίζεται με τον εαυτό του. Και η ταυτότητα αυτή δεν είναι στατική, όπως της μονάδας με τον εαυτό της, αλλά δυναμική, όπως στην αριθμητική πράξη 1+1=2, στην κρίση, ο άνθρωπος είναι ζώο κ.λ.π., όπου ο στοχασμός ταυτίζεται με τον εαυτό του υπό άλλη μορφή. Και γίνεται πραγματικά ταυτότητα, όταν ο στοχασμός χωρίζεται από τον εαυτό του, όταν δηλαδή βλέπει πρόβλημα εκεί όπου δεν έβλεπαν ώς τώρα, ή όταν εκεί που βλέπει πρόβλημα προσπαθεί να βρει τόπο να ενωθεί με τον εαυτό του ποιοτικά, εσωτερικά, όχι μορφικά, μ’άλλα λόγια όταν κρίνει. Της ταυτότητας βρήκαμε δυο μορφές, την ποιοτική και την ποσοτική. Κάθε μια της, μια πλευρά του όντος, κάθε μια, με τη σημασία της. Όσοι δεν το πρόσεξαν αυτό καταδίκασαν το πνεύμα να ταυτίζεται μόνο ποσοτικά και πίστεψαν μόνο, ή περισσότερο στην ποσοτική αλήθεια, κι άλλοι πάλι, που πίστεψαν μόνο, ή περισσότερο στην ποιοτική αλήθεια, καταδίκασαν το πνεύμα μόνο στην ποιοτική ταυτότητα. Οι απόπειρες αυτές δεν έχουν πια νόημα, δεν πρέπει να έχουν. Και οι δυο δρόμοι είναι αναγκαίοι, αφού διαφορετικές πληροφορίες μας δίνουν και πλουτίζουν το πνεύμα μας.

 Είναι όμως πάντα σπουδαίο πράγμα το πνεύμα να ξεπερνά γρήγορα την ποσοτική αλήθεια, να λυτρώνεται εγκαίρως απ’αυτήν και να επιστρέφει, δυναμωμένο, στην ποιοτική αλήθεια, να βλέπει βαθύτερα, να εισδύει σε νέες πνευματικές χώρες. Η ποσοτική ταυτότητα, έτσι εύκολη που είναι, μπορεί να αιχμαλωτίσει το πνεύμα και να το συνηθίσει σε μια θολή παράσταση του κόσμου.

©Μανώλης Μεσσήνης