Καλλιτέχνης και Επιστήμονας

 Αν και υπάρχει και είναι μάλιστα απαραίτητη η επιστήμη στην τέχνη και η τέχνη στην επιστήμη, εν τούτοις άλλη είναι η περιοχή της τέχνης και άλλη της επιστήμης. Η καθεμία αντανακλά με τον δικό της τρόπο την πραγματικότητα, γιατί η καθεμία έχει τις δικές της ιδιομορφίες, τις δικές της ξεχωριστές νομοτέλειες ανάπτυξης. Αλλιώς ερευνά και εργάζεται ο καλλιτέχνης και αλλιώς ο επιστήμονας. Καλλιτέχνης χωρίς εξαιρετική συγκινησιακή ευαισθησία δεν υπάρχει. «Αίσθημα είναι το παν», είπε ο Γκαίτε. Ενώ ο επιστήμονας, αντίθετα, δεν πρέπει να διακρίνεται για εξαιρετική συγκινησιακή ευαισθησία. Ο καλλιτέχνης πρέπει να νιώθει καθετί, που αντικρίζει η ματιά του, να συγκινείται και να χαίρεται, να θλίβεται και να αγανακτεί. Ενώ ο επιστήμονας, αντίθετα μελετά το αντικείμενό του, τη φύση λ.χ. σαν φύση, χωρίς να ενδιαφέρεται για την υποκειμενική του σχέση με τη φύση. Αγωνίζεται ν’αποκαλύψει μια άγνωστη πτυχή του σύμπαντος, ένα μυστικό της φύσης, μια νέα ουσία, μια νέα θεωρία άσχετα απ’την προσωπική του τοποθέτηση.
 Το αντικείμενο της εργασίας ή του ταλέντου και του επιστήμονα απεικονίζει και αυτό κατά κάποιον τρόπο, σωστό ή λαθεμένο, την αντικειμενική πραγματικότητα. Δεν την απεικονίζει, όμως, μεταπλασμένη όσο και μεγάλο ταλέντο να έχει κι οσοδήποτε να κινητοποιείται η προσωπικότητά του. Αντίθετα, την απεικονίζει όσο μπορεί πιο πιστή, πιο ακριβή, πιο αποδεικτική. Γι’αυτό και το επιστημονικό έργο πρέπει να φέρνει μόνο τη σφραγίδα της αντικειμενικότητας.
 Για να δημιουργήσουμε τη μέθοδο έρευνας πρέπει να γνωρίζουμε πώς είναι δυνατόν να προκληθεί αυτό που πρέπει να ερευνήσουμε, πώς να το αντικαταστήσουμε, με τι να το συγκρίνουμε, από ποιες συνθήκες εξαρτάται, τι μπορεί να μας δείξει την ορθότητα ή το λαθεμένο της υπόθεσης που κάνουμε. Ο επιστήμονας πρέπει, συνεπώς, να σταθμίζει με τη μεγαλύτερη αντικειμενικότητα τα δεδομένα της επιστημονικής του εργασίας. Έτσι εργάστηκαν ο Αϊνστάιν, ο Παβλόφ, ο Νεύτων και δημιούργησαν τις θεωρίες : τις σχετικότητας ο πρώτος, των εξαρτημένων αντανακλάσεων ο δεύτερος, και ο τρίτος αποκάλυψε τον νόμο της παγκόσμιας έλξης. Επάνω στην ίδια βάση εργάζονται όλοι οι επιστήμονες – ερευνητές.
 Και οι δύο, βέβαια, ο καλλιτέχνης και ο επιστήμονας, ανακατατάσσουν τα στοιχεία της φύσης. Αλλά τα στοιχεία αυτά, δεν πρέπει να ξεχνάμε πως βρίσκονται πάντοτε σε συνεχή εξέλιξη, μεταβολή, τροποποίηση. Η διαφορά, όμως, δεν βρίσκεται σ’αυτό. Βρίσκεται, κυρίως, στον “τρόπο”, στον χαρακτήρα της ανακατάταξης. Και οι δύο –καλλιτέχνης και επιστήμονας– έχουν οξυδέρκεια και παρατηρητικότητα. Έχουν και πάθος και έμπνευση. Αλλά ο καλλιτέχνης ανοίγει όλους τους «πόρους» της ευαίσθητης ιδιοσυγκρασίας της προσωπικότητάς του, για να μπει ο κόσμος και να βγει από εκεί, έπειτα, πνευματικά μεταπλασμένος. Να βγει το αντικείμενο του μόχθου και του ταλέντου του. Ενώ ο επιστήμονας δεν έχει «πόρους». Κι αν έχει δεν τους χρησιμοποιεί στην έρευνά του από φόβο μήπως θολώσουν την πεντακάθαρη αντικειμενικότητά του. Και οι δύο σκέφτονται και φιλοσοφούν. Όλοι οι μεγαλοφυείς της τέχνης ήταν άνθρωποι με διεισδυτική σκέψη (Λεονάρντο ντα Βίντσι, Σαίξπηρ, Μολιέρος, Ρούμπενς, Μπαλζάκ, Γκόγκολ, Γκαίτε, Γκόγια, Τολστόι, Ρομαίν Ρολάν, Ανατόλ Φρανς κ.α.). Ο καλλιτέχνης αναδημιουργεί τη ζωή σε εικόνες – λέξεις – στίχους. Ο φιλόσοφος με συλλογισμούς. Ωστόσο και οι δύο μιλούν για το ίδιο πράγμα.
 Ο επιστήμονας αποδεικνύει και ο ποιητής υποδεικνύει… Για να μπορεί κανείς να καταλάβει τα έργα της επιστήμης χρειάζεται ειδίκευση, Τα έργα τέχνης όμως, που έχουν ζωντάνια, εντυπωσιάζουν με την ειλικρίνεια τους και συγκινούν, κατανοούνται και πείθουν.
 Ο επιστήμονας επενεργεί στον νου και ο καλλιτέχνης στη φαντασία, στα αισθήματα, στη θέληση, αλλά και στη σκέψη του ανθρώπου για να μεταδώσει ορισμένες σκέψεις. «Η αποστολή του καλλιτέχνη είναι να ρίχνει φως στις ψυχές των ανθρώπων» (Σούμαν). Και ο επιστήμονας και ο καλλιτέχνης προσπαθούν να συλλαμβάνουν την ουσία, το σπουδαίο, το βασικό ανάμεσα στα τυχαία γεγονότα και ν’απορρίπτουν τα δευτερεύοντα στοιχεία. Η διαφορά μεταξύ τους, λοιπόν, δεν αναφέρεται στο περιεχόμενο, αλλά στον τρόπο της επεξεργασίας του δοσμένου αντικειμένου. Ο καλλιτέχνης βάζει περισσότερο απ’τον επιστήμονα το αίσθημα και τη φαντασία του στην αληθινή γνώση της πραγματικότητας. Ο επιστήμονας βάζει περισσότερο το μυαλό. Αλλά μήπως το μυαλό είναι κάτι το άχρηστο και το αταίριαστο στον καλλιτέχνη; Για να εισδύσει ο καλλιτέχνης βαθιά στη ζωή, για ν’αντιληφθεί το νόημά της και τους δρόμους της εξέλιξής της, για να τονίσει τα ουσιαστικά χαρακτηριστικά και να διευκολύνει να ξεδιαλεχτεί η ουσία στο αντικείμενο, χρειάζεται απεριόριστη όχι μόνο διανοητική, αλλά και συναισθηματική εργασία. Όλοι οι μεγάλοι καλλιτέχνες έβαλαν στα έργα τους τη σφραγίδα της φαντασίας και της σοφίας, της ευαισθησίας και της γνώσης.
 Καμία ριζική διαφορά δεν υπάρχει ανάμεσα στην αληθινή γνώση και στην αληθινή ποίηση. Οι δύο δρόμοι του πνεύματος –της επιστήμης και της τέχνης– δεν είναι πολύ διαφορετικοί. Και η τέχνη και η επιστήμη, μέσ’απ’το πέρασμα των αιώνων, σχηματίζουν μια ανθρώπινη γλώσσα, με την οποία μπορούμε να μιλάμε για τα πλέον απόμακρα και ασύλληπτα σημεία της πραγματικότητας. Και τα συγκροτημένα συστήματα των εννοιών στην επιστήμη, το ίδιο , όπως και τα διαφορετικά στυλ της τέχνης, αποτελούν διαφορετικές λέξεις ή ομάδες λέξεων αυτής της ανθρώπινης γλώσσας.
 Επομένως και η επιστήμη, αλλά και η τέχνη, αποβλέπουν στη γνώση. Είναι όργανα γνώσης και μετάπλασης του κόσμου. Κατά συνέπεια, και του εαυτού μας. Και ο επιστήμονας και ο καλλιτέχνης ενδιαφέρονται για την αλήθεια, για τη γνώση. Αν, λ.χ., η λογοτεχνία απολέσει τη γνωστική της αξία, και δεν μπορεί, δηλαδή, ν’απεικονίζει την αλήθεια της ζωής, τότε μετατρέπεται σε στείρα ωραιοποίηση της ιστορίας.
 Και ο επιστήμονας και ο καλλιτέχνης, λοιπόν, χρειάζονται αίσθημα και στοχασμό. Καρδιά και μυαλό. Με τη διαφορά πως ο καλλιτέχνης δουλεύει και με το μυαλό, αλλά περισσότερο με την καρδιά, ενώ ο επιστήμονας δουλεύει και αυτός με την καρδιά, αλλά περισσότερο με το μυαλό.
 Υπάρχουν, ωστόσο επιστήμονες που είναι και σπουδαίοι καλλιτέχνες, όπως υπάρχουν και καλλιτέχνες που είναι σπουδαίοι επιστήμονες. Αυτό σημαίνει πως οι άνθρωποι αυτοί είναι προικισμένοι με γερό μυαλό και γερή καρδιά, μ’ένα είδος διφυή ταλέντου, και γενικότερα μ’ένα είδος μικτού ιδιοσυγκρασιακού τύπου. Αλλά απ’τις δύο «–φυΐες» η μία πάντοτε υπερέχει : αυτή που, έτσι ή αλλιώς, καλλιεργείται περισσότερο στη ζωή, σε τρόπο ώστε τα έμφυτα στοιχεία να πλουτιστούν και να ολοκληρωθούν με τα επίκτητα. Δεν είναι, μάλιστα, σπάνια η αλλαγή της πορείας στην εξέλιξη του ταλέντου απ’τον έναν τομέα στον άλλο : απ’τον επιστημονικό στον καλλιτεχνικό και σπανιότερα απ’τον καλλιτεχνικό στον επιστημονικό.
©Μανώλης Μεσσήνης