Η Έννοια της Πραγματικότητας - i

 Η καλύτερη αρχή για να φιλοσοφήσει κανείς είναι να παίρνει τις γνώσεις του και να τις ξετινάζει μια – μια. Δυο νοητά τρίγωνα, που εφαρμόζουν το ένα πάνω στο άλλο, ταυτίζονται, κάνουν ένα, μας δίνουν αυτό που λέμε ταυτότητα. Είχαμε δυο αντικείμενα και κάναμε ένα και είδαμε πως κάνουν ένα. Τα είχαμε όμως! Ενώ ανάμεσα στην πραγματικότητα και σ’εμάς ποιος θα μας πει την ταυτότητα; Πάλι εμείς. Είναι σαν να λέμε ότι το ένα νοητό τρίγωνο θα φώναζε «είμαι το ίδιο με το άλλο». Είπα ανάμεσα σ’εμάς και την πραγματικότητα. Μα αυτό το “ανάμεσα” δεν υπάρχει. Την πραγματικότητα εμείς την κάνουμε. Κάποτε το σύμπαν ήταν ένα αναποδογυρισμένο καζάνι με χρυσά καρφιά, που έλαμπαν, τ’αστέρια. Πόσο διαφορετικό είναι σήμερα το οπτικό μας πεδίο! Πόσο απείρως πιο πλούσια η πραγματικότητά μας! Το ίδιο θα είχαμε να παρατηρήσουμε σ’οποιοδήποτε σημείο στραφούμε. Τον κόσμο μας τον δημιουργούμε εμείς… Την έννοια της πραγματικότητας εμείς την κάνουμε. Είναι δική μας, κτήμα μας αναφαίρετο.

Τη σχέση της έννοιάς μας με αυτό το πράγμα του οποίου είναι έννοια, δεν υπάρχει ίσως τρόπος να τη μάθουμε, και μάταιο πιστεύω και να τη ζητάμε, τη στιγμή που εμείς ό,τι ξέρουμε, είναι έννοια της πραγματικότητας και δεν μπορεί ποτέ να είναι τίποτ’άλλο.

 Η αλήθεια και η πλάνη δεν εκφράζουν τούτη ή εκείνη τη σχέση ανάμεσα στην πραγματικότητα και το πνεύμα. Δηλαδή, δεν είναι μια σχέση που να συνδέει εξωτερικά δυο πράγματα, που είναι το ένα έξω από το άλλο, αταίριαστα και απλησίαστα. Εκτός αν πρόκειται να στήσουμε ένα όμορφο παιχνίδι για διασκέδαση, να τα χωρίσουμε πρώτα, όσο γίνεται, για να παιδευτούμε έπειτα πάλι, να τα ζευγαρώσουμε. Μάταιο όμως, το ζευγάρωμα δεν είναι νοητό. Είναι σαν να λέμε ότι αλήθεια είναι η σχέση συμφωνίας, ή ταυτότητας μεταξύ δυο αντικειμένων, που δεν έχουν καμιά συγγένεια και το ένα είναι έξω από το άλλο. Της Αθήνας λ.χ. και ενός συγκροτήματος κοραλλιών , που ζει κάπου στον Ειρηνικό Ωκεανό.

 Ναι, αλλά, έτσι είναι αν έχουμε δυο αντικείμενα. Αν όμως το ένα είναι πνεύμα και το άλλο αντικείμενο; Μ’άλλα λόγια το ένα μια ενεργητική δύναμη και το άλλο ένα παθητικό πράγμα, που αφήνεται να διαπερνιέται απ’το πρώτο; Μα, ας σκεφτούμε, υπάρχει καμιά στιγμή, που να μπορούμε να φανταστούμε τα δυο αυτά, το ένα έξω από το άλλο; Αν ψάξουμε βαθιά μέσα μας, θα δούμε, πως δεν θα ξέρουμε την ύπαρξη δυο, αλλά ενός μόνο, του εαυτού μας, του αυτοστοχασμού μας καλύτερα, γιατί το άλλο θα το αγνοούμε, αφού θα είναι έξω απ’το πνεύμα μας. Βέβαια είμαστε μες στο σύμπαν, αλλά και το σύμπαν είναι μέσα μας. Γι’αυτό ό,τι κομμάτι πιάσουμε απ’το σύμπαν, θα το βρούμε γεμάτο πνεύμα, σκέψη.

 Ο χωρισμός δεν έχει νόημα, βγαίνει από μια επιφανειακή αντιμετώπιση του προβλήματος. Αλλά τότε; Τότε μένει να δούμε τι μπορεί να είναι η αλήθεια. Και είναι απαραίτητο, γιατί αν δεν καθορίσουμε αυτό το σημείο, πώς θα προχωρήσουμε στ’άλλα ερωτήματα; Μέτρο του πνευματικού μας έργου ολόκληρου, θα είναι το νόημα που θα δώσουμε στην αλήθεια.

©Μανώλης Μεσσήνης